Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Οδύσσεια

Σύντομη περίληψη της Οδύσσειας.


Αφού έπεσε η Τροία, ξεκίνησαν οι Αχαιοί να επιστρέψουν στον τόπο τους. Όμως οι θεοί επειδή δε σεβάστηκαν τους ναούς τους, θύμωσαν μαζί τους και τους έμπλεξαν σε περιπέτειες. Ένας από τους συντρόφους ήταν και ο Οδυσσέας ο οποίος περιπλανήθηκε για 10 χρόνια μέχρι να γυρίσει στη πατρίδα του την Ιθάκη, έζησε δηλαδή μια Οδύσσεια.

Ο Οδυσσέας φεύγοντας πέρασε από τους Κίκονες όπου ενώ στην αρχή τον φιλοξένησαν τελικά πάλεψε μαζί τους και έφυγε χάνοντας πολλούς από τους συντρόφους του. Στη συνέχεια πήγε στη χώρα των Λωτοφάγων. Εκεί υπήρχαν κάτι δέντρα που όποιος έτρωγε από τους καρπούς τους, ξέχναγε τη πατρίδα του. Ο Οδυσσέας είπε στους συντρόφους του να μη φάνε, αλλά αυτοί δε τον άκουσαν και έφαγαν οπότε μετά αναγκάστηκε να τους πάρει με το ζόρι μαζί του πίσω.

 Συνέχισαν να ταξιδεύουν για μέρες μέχρι που έφτασαν στο νησί των Κυκλώπων. Εκεί ζούσε ο Κύκλωπας Πολύφημος. Αυτοί βρήκαν τη σπηλιά του και πεινασμένοι όπως ήταν άρχισαν να τρώνε ότι έβρισκαν. Όταν γύρισε ο Πολύφημος θύμωσε που μπήκαν εκεί, άρπαξε 2 συντρόφους και τους έφαγε, ενώ φυλάκισε τους υπόλοιπους. Τότε ο Πολυμήχανος Οδυσσέας κατάλαβε ότι μόνο αν τον ξεγελούσαν θα του ξέφευγαν. Πήρε ένα μυτερό κοντάρι και ένα βράδυ μέθυσε τον Πολύφημο και όταν αποκοιμήθηκε του τύφλωσε το ένα μάτι και έτσι κατάφεραν να ξεφύγουν.

Συνέχισαν το ταξίδι τους μέχρι το νησί του Αιόλου, του αρχηγού όλων των ανέμων. Αυτός τους έδωσε ένα σακί με όλους τους ανέμου μέσα και τους είπε να μη το ανοίξουν μέχρι να φτάσουν. Οι σύντροφοι όμως το άνοιξαν έξω από την Ιθάκη και ξεχύθηκαν όλοι οι άνεμοι και τους φύσηξαν ξανά μακριά από τη πατρίδα τους. Τους πήγαν στη γη των Λαιστρυγόνων. Αυτοί ήταν κάτι ψηλοί γίγαντες και όταν είδαν τα πλοία του Οδυσσέα άρπαξαν πέτρες και τους πέταγαν για να τα βυθίσουν και να φάνε όσους πιάσουν. Μόνο το καράβι του Οδυσσέα γλύτωσε.

Φεύγοντας ο Οδυσσέας οδηγήθηκε στο νησί της μάγισσας Κίρκης. Αυτή όταν τους είδε τους έδωσε ένα μαγικό ποτό και τους μεταμόρφωσε σε γουρούνια. Πάλι όμως ο Οδυσσέας κατάφερε να τους γλυτώσει από τη μάγισσα, η οποία μάλιστα τους συμβούλεψε να πάνε στον Άδη να βρουν τον μάντη Τειρεσία.

Ο Οδυσσέας λοιπόν πήγε στην άκρη του ωκεανού που ήταν ο Άδης και ο μάντης του είπε ότι δε θα γυρίσει στο νησί του, επειδή ο Ποσειδώνας έχει θυμώσει μαζί του. Για να γλυτώσουν δε θα πρέπει να πειράξουν τα βόδια του θεού Ήλιου όταν πάνε στο νησί του.

Φεύγοντας από εκεί ο Οδυσσέας πέρασε από το νησί των Σειρήνων. Οι σειρήνες ήταν πανέμορφες γυναίκες που μάγευαν με το τραγούδι τους τους ναυτικούς που περνούσαν από εκεί και όταν πλησίαζαν τους έτρωγαν. Έβαλαν όμως κερί στα αυτιά τους και δεν άκουγαν το τραγούδι τους και έτσι τη γλύτωσαν.

Πέρασαν μετά από το στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης. Αυτές ήταν 2 τέρατα που η μια ρουφούσε τα νερά της θάλασσας και έπνιγε τα πλοία  και η άλλη άρπαζε τους ναυτικούς με τα μακριά κεφάλια της. Δυστυχώς αυτή άρπαξε 6 συντρόφους του Οδυσσέα, αλλά οι υπόλοιποι συνέχισαν το ταξίδι τους.


Δεκαδικοί

Πολύ ωραία σελίδα για την εξήγηση των δεκαδικών αριθμών εδώ.

Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

Τρωικός Πόλεμος (περίληψη)


Πριν πολλά χρόνια όταν παντρεύτηκε η Θέτιδα και ο Πηλέας στο γάμο προσκλήθηκαν όλοι οι θεοί, εκτός από την Έριδα. Η Έριδα θύμωσε πολύ και πήγε αόρατη στο γάμο, άφησε ένα χρυσό μήλο σε ένα τραπέζι που έγραφε  «στην ομορφότερη» και έφυγε. Η Ήρα, η Αφροδίτη και η Άρτεμις τσακώνονταν για το ποια έπρεπε να το πάρει. Έτσι πήγαν στον Πάρη να διαλέξει αυτός την ομορφότερη. Εκείνος αφού του υποσχέθηκαν διάφορα δώρα, διάλεξε την Αφροδίτη γιατί του έταξε την Ωραία Ελένη την πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο.

Η πιο όμορφη γυναίκα όμως ήταν η γυναίκα του Μενέλαου και ο Πάρης την ξελόγιασε να φύγουν μαζί. Τότε ο Μενέλαος, ζήτησε βοήθεια από τον αδερφό του Αγαμέμνονα να πάρουν το στόλο τους και να επιτεθούν στη Τροία όπου είχε πάρει ο Πάρης την Ελένη. Ωστόσο όταν συγκεντρώθηκαν όλοι στο λιμάνι, ο άνεμος δε φυσούσε και έτσι ρώτησαν τον μάντη Κάλχα να τους πει το λόγο. Εκείνος τους είπε ότι ο Αγαμέμνονας έπρεπε να θυσιάσει την κόρη του Ιφιγένεια. Ωστόσο πριν τη θυσία, εμφανίστηκε η θεά Άρτεμις την έσωσε και άφησε στη θέση της ένα ελάφι.

Όταν έφτασαν οι Αχαιοί στην Τροία, πολεμούσαν 10 χρόνια χωρίς να καταφέρουν κάτι, αλλά πολιορκούσαν την Τροία. Τότε όμως τον δέκατο χρόνο μάλωσε ο Αχιλλέας με τον Αγαμέμνονα και δεν έβγαινε να πολεμήσει. Οι Τρώες τότε πήραν θάρρος και άρχισαν να επιτίθενται στους Αχαιούς. Ο Πάτροκλος, φίλος του Αχιλλέα βλέποντας να χάνεται η μάχη, πήρε την πανοπλία του Αχιλλέα και βγήκε να πολεμήσει. Οι άλλοι βλέποντας τη πανοπλία νόμιζαν ότι ήταν ο Αχιλλέας και πήραν θάρρος και έτρεξαν να πολεμήσουν δίπλα του. Ο Έκτορας που βρισκόταν εκεί, πολέμησε μαζί του και τον σκότωσε. Θρήνος απλώθηκε τότε στους Αχαιούς και ο Αχιλλέας οργισμένος βγήκε να τιμωρήσει τον Έκτορα. Αφού τον εντόπισε πάλεψε μαζί του μέχρι που τον σκότωσε.

Μετά από αυτό ο Αχιλλέας πολεμούσε κάθε μέρα και κατάφερε πολλές επιτυχίες εναντίον των Τρώων. Έπρεπε όμως να προσέχει γιατί είχε ένα τρωτό σημείο, την φτέρνα του (Αχίλλειος πτέρνα). Έτσι μια μέρα ο Πάρης με το τόξο του σημάδεψε τη φτέρνα του και τον σκότωσε. Αφού πέθανε ο Αχιλλέας οι Αχαιοί απελπίστηκαν. Τότε ο Οδυσσέας σκέφτηκε ένα κόλπο. Έφτιαξε ένα μεγάλο ξύλινο άλογο (Δούρειος Ίππος)και το άφησε στην πύλη της Τροίας. Τότε όλοι οι Αχαιοί τα μάζεψαν και έφυγαν. Οι Τρώες το επόμενο πρωί δε πίστευαν στα μάτια τους. Το έβαλαν στην πόλη και έκαναν ένα μεγάλο γλέντι για τη νίκη τους. Τα μεσάνυχτα όμως μέσα από τη κοιλιά του αλόγου βγήκαν οι Αχαιοί που ήταν κρυμμένοι, φώναξαν τους άλλους πολεμιστές που είχαν κρυφτεί εκεί δίπλα και έκαψαν την Τροία και πήραν σκλάβους. Έτσι κέρδισαν τον πόλεμο και άρχισαν το ταξίδι της επιστροφής.


Οδύσσεια

Σύντομη περίληψη της Οδύσσειας. Αφού έπεσε η Τροία, ξεκίνησαν οι Αχαιοί να επιστρέψουν στον τόπο τους. Όμως οι θεοί επειδή δε σεβάστηκα...